περιφλεγμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαπεριφλεγμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του περιφλεγμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του περιφλεγμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του περιφλεγμένος