περίτρομων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαπερίτρομων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του περίτρομος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του περίτρομος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του περίτρομος
περίτρομων