Ετυμολογία

επεξεργασία
παραμυθούμαι < αρχαία ελληνική παραμυθέομαι / παραμυθοῦμαι < παραμῡθία < παρά + μῦθος

παραμυθούμαι

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • παραμυθούμαι - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)