παρακοιμούμαι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παρακοιμούμαι < ελληνιστική κοινή παρακοιμάομαι < αρχαία ελληνική κοιμάω
Ρήμα επεξεργασία
παρακοιμούμαι
- (σπάνιο) άλλη μορφή του παρακοιμώμαι
Συγγενικά επεξεργασία
- παρακοιμώμενος / παρακοιμισμένος
- → δείτε τις λέξεις παρά και κοιμάμαι
Μεταφράσεις επεξεργασία
παρακοιμούμαι
|