παράχρονου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παράχρονου < του παρά- + χρόνου (με μετακίνηση τόνου κατά το αντίχρονου)
Επίρρημα επεξεργασία
παράχρονου (χρονικό επίρρημα)
- (προφορικό) άλλη μορφή του αντίχρονου
Δείτε επίσης επεξεργασία
αντιπροπέρυσι, αντιπροπέρσι, αντιπρόπερσι, παραπρόπερσι | προπέρυσι, προπέρσι, πρόπερσι | πέρυσι, πέρσι | φέτος, εφέτος | του χρόνου | αντίχρονου, αντιχρόνου, παραχρόνου, παράχρονου | σε τρία χρόνια |
Μεταφράσεις επεξεργασία
παράχρονου
|