αντιχρόνου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αντιχρόνου < του αντίχρονου
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /an.diˈxɾo.nu/
Επίρρημα
επεξεργασίααντιχρόνου (χρονικό επίρρημα)
- (προφορικό, οικείο) άλλη μορφή του αντίχρονου
Δείτε επίσης
επεξεργασίααντιπροπέρυσι, αντιπροπέρσι, αντιπρόπερσι, παραπρόπερσι | προπέρυσι, προπέρσι, πρόπερσι | πέρυσι, πέρσι | φέτος, εφέτος | του χρόνου | αντίχρονου, αντιχρόνου, παραχρόνου, παράχρονου | σε τρία χρόνια |
Μεταφράσεις
επεξεργασία αντιχρόνου
|