παππουδίστικων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
παππουδίστικων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του παππουδίστικος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του παππουδίστικος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του παππουδίστικος