Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παντο-
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Πρόθημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
παντο-
<
αρχαία ελληνική
παντ(ο)-
<
πᾶς
Πρόθημα
επεξεργασία
παντο-
ή
παντ-
ή
πανθ-
α'
συνθετικό
σύνθετων λέξεων που δείχνει ένα
σύνολο
, πολλούς, όλους
παντο
γνώστης
,
παντο
δύναμος
,
παντο
φοβικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παντο-