παναγύριν
Ποντιακά (pnt) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παναγύριν < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική παναγύριν. Δείτε και τον δωρικό τύπο πανάγυρις (αρχαία ελληνική πανήγυρις)
Ουσιαστικό επεξεργασία
παναγύριν ουδέτερο
- διαλεκτική μορφή του πανηγύρι
Σημειώσεις επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- πανηγύρι - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
παναγύριν ουδέτερο
- άλλη μορφή του πανηγύριον
- άλλες μορφές: παναγύρι