παγκράτιον
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- παγκράτιον < παν- + κρατέω, κρατῶ
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπαγκράτιον ουδέτερο
Ταυτόσημο
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Παγκράτιο στη Βικιπαίδεια
Δείτε επίσης : παγκράτιο |
παγκράτιον ουδέτερο