Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

οριζοντιώσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος οριζοντιώνω
  2. θα οριζοντιώσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος οριζοντιώνω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

οριζοντιώσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του οριζοντίωση