οργανωμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαοργανωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του οργανωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του οργανωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του οργανωμένος
οργανωμένων