ορατά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαορατά
- με ορατό τρόπο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ορατά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαορατά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ορατό