Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

οπτική οξύτητα → δείτε τις λέξεις οπτικός και οξύτητα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

οπτική οξύτητα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία