Ετυμολογία

επεξεργασία
ολοσχερής < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο

επεξεργασία

ολοσχερής, -ής, -ές

  1. ολοκληρωτικός, σε απόλυτο βαθμό
    ολοσχερής καταστροφή

  Μεταφράσεις

επεξεργασία