Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οδοιπορώ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
οδοιπορώ
<
αρχαία ελληνική
ὁδοιπορῶ
<
ὁδοιπόρος
Ρήμα
επεξεργασία
οδοιπορώ
πορεύομαι
πεζός
, ταξιδεύω με τα πόδια
Συγγενικά
επεξεργασία
οδοιπορία
οδοιπορικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οδοιπορώ
γαλλικά
:
marcher
(fr)