Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξύπνος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξύπνος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ξύπνος
αρσενικό, μόνο στον ενικό
το
ξύπνημα
η
εγρήγορση
≈
συνώνυμα
:
ο
ξύπνιος
, το
ξύπνο
≠
αντώνυμα
:
ύπνος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξύπνος
ισπανικά
:
vigilia
(es)
,
vela
(es)