ξεγυμνώνομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ξεγυμνώνομαι < παθητική φωνή του ρήματος ξεγυμνώνω
Ρήμα
επεξεργασίαξεγυμνώνομαι
- βγάζω όλα τα ρούχα μου και μένω τελείως γυμνός
- (μεταφορικά) αποκαλύπτω τα μυστικά μου και τις αδυναμίες μου και μένω εκτεθειμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία ξεγυμνώνομαι
|