ξαγρυπνισμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαξαγρυπνισμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ξαγρυπνισμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ξαγρυπνισμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ξαγρυπνισμένος