ξένοιαστων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαξένοιαστων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ξένοιαστος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ξένοιαστος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ξένοιαστος
ξένοιαστων