Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ντριν < (ηχομιμητική λέξη)

  Επιφώνημα επεξεργασία

ντριν

  • ο ήχος του κουδουνίσματος (κατά κανόνα για τηλέφωνο, ξυπνητήρι, κουδούνι ποδηλάτου ή εξώπορτας)
    ※  «Όχι τόσο στο πουθενά;» είπε ο Ντάρελ. Ντριν. Ντριν. Το τηλέφωνο του δωματίου που δε χτυπούσε ποτέ … χτύπησε.
    Τόνι Άμποτ, Η κληρονομιά του Κοπέρνικου. Η χρυσή βεντέτα, μετάφραση από τα αγγλικά: Παλμύρα Ισμυρίδου (Αθήνα: Μεταίχμιο, 2016, ISBN 978-618-03-0266-0). Στο Google books· πρόσβαση: 2022-06-04.

Σημειώσεις επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία