νοστιμούλικων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίανοστιμούλικων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του νοστιμούλικος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του νοστιμούλικος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του νοστιμούλικος