Ετυμολογία

επεξεργασία
μουγγαίνω < μουγγός + -αίνω

μουγγαίνω (παθητική φωνή: μουγγαίνομαι)

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία