Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μοτίφ < αγγλική motif

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μοτίφ ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία