• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μονόφαρδων

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία

μονόφαρδων

  • γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του μονόφαρδος
  • γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του μονόφαρδος
  • γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μονόφαρδος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μονόφαρδων&oldid=4337340"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Δεκεμβρίου 2019, στις 00:43
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Δεκεμβρίου 2019, στις 00:43.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie