μιούζικαλ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μιούζικαλ < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική musical < μεσαιωνική λατινική musicalis < λατινική musica < αρχαία ελληνική μουσική < μουσικός < μοῦσα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμιούζικαλ ουδέτερο άκλιτο
- (θέατρο, κινηματογράφος) θεατρικό ή κινηματογραφικό έργο που περιλαμβάνει τραγούδια, χορευτικά και μουσικά νούμερα