μηχανορραφημένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαμηχανορραφημένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του μηχανορραφημένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του μηχανορραφημένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μηχανορραφημένος