μεταρρυθμιστικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μεταρρυθμιστικά < μεταρρυθμιστικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
μεταρρυθμιστικά
Μεταφράσεις επεξεργασία
μεταρρυθμιστικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
μεταρρυθμιστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μεταρρυθμιστικό