μεταμεσονύκτια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
μεταμεσονύκτια θηλυκό. ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του μεταμεσονύκτιος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μεταμεσονύκτιο