μαλαματοκαπνισμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
μαλαματοκαπνισμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του μαλαματοκαπνισμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του μαλαματοκαπνισμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μαλαματοκαπνισμένος