μακροήμερων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
μακροήμερων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του μακροήμερος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του μακροήμερος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μακροήμερος
μακροήμερων