μία χελιδών ἔαρ οὐ ποιεῖ

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μία χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ < → δείτε τις λέξεις μία, χελιδών, ἔαρ και οὐ & ποιεῖ (γ' ενικού ενεστώτα του ρήματος ποιέω). Η έκφραση προέρχεται από μία επισήμανση του Αριστοτέλη στα Ηθικά Νικομάχεια επηρεασμένος από τον μύθο του Αισώπου (Νέος ἄσωτος καὶ Χελιδών).
※  6ος πκε αιώνας [μεσαιωνικά χφφ] Αίσωπος, Αἰσώπου μῦθοι, Νέος ἄσωτος καὶ Χελιδών, 179.1
νέος ἄσωτος καταφαγὼν τὰ πατρῷα ἱματίου μόνου αὐτῷ περιλειφθέντος ὡς ἐθεάσατο χελιδόνα παρὰ καιρὸν ὀφθεῖσαν, οἰόμενος ἤδη θέρος εἶναι ὡς μηκέτι δεόμενος τοῦ ἱματίου καὶ τοῦτο φέρων ἀπημπόλησεν.
  • Ήταν μια φορά ένας άσωτος νεαρός που έφαγε όλη την περιουσία του πατέρα του, τόσο που εντέλει δεν του απέμεινε παρά μόνο ένα πανωφόρι. Κάποια μέρα, που λέτε, πήρε το μάτι του ένα χελιδόνι, το οποίο εμφανίστηκε πριν από την ώρα του. Όλο χαρά ο άνθρωπός μας νόμισε πως είχε φτάσει κιόλας το καλοκαίρι και δεν είχε πια ανάγκη το πανωφόρι του· πήγε λοιπόν και το ξεπούλησε και αυτό.
    Μετάφραση: Κωνσταντάκος, Ιωάννης Μ., Αθήνα: Κίχλη @greek‑language.gr. Απόσπασμα από το μύθο: Ο άσωτος νέος και το χελιδόνι.
  • Ένας άσωτος νέος έφαγε όλη την πατρική του περιουσία και του είχε μείνει μόνο το πανωφόρι του. Τότε είδε ένα χελιδόνι που ήρθε πριν από τον καιρό του και νόμισε ότι ήρθε η άνοιξη. Τότε πήγε πούλησε και το πανωφόρι του.
    Μετάφραση λέξεων: Βικιλεξικό.

μία χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ