λυρικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαλυρικά < λυρικός
Επίρρημα
επεξεργασίαλυρικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία λυρικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαλυρικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του λυρικό
λυρικά < λυρικός
λυρικά
|
λυρικά