λογοφερμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαλογοφερμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του λογοφερμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του λογοφερμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του λογοφερμένος