λιθοδομημένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαλιθοδομημένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του λιθοδομημένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του λιθοδομημένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του λιθοδομημένος