Δείτε επίσης: λευχειμονώ

  Ετυμολογία

επεξεργασία
λευχειμονέω < λείπει η ετυμολογία

λευχειμονέω

  • είμαι ντυμένος στα λευκά
    ※  3ος κε αιώνας Ιππόλυτος Ρώμης, Refutatio Omnium Haeresium (= Philosophumena), Κατά πασών αιρέσεων έλεγχος, Φιλοσοφούμενα, 9.19, @scaife.perseus
    Χειροτονοῦνται δὲ οἱ ἐπιμεληταὶ οἱ πάντων κοινῶν φροντίζοντες, πάντες δὲ ἀεὶ λευχειμονοῦσι.
    → δείτε παράθεμα στη μετοχή ενεστώτα λευχειμονῶν