Ετυμολογία

επεξεργασία
λεληθότως < λεληθώς, λελυθοτ- (μετοχή ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος λανθάνω) + -ως

  Επίρρημα

επεξεργασία

λεληθότως

Συγγενικά

επεξεργασία