Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Η κρυφή μνήμη (cache) ως ενδιάμεση μεταξύ κεντρικής μνήμης (main memory) και επεξεργαστή (CPU)

  Ετυμολογία επεξεργασία

κρυφή μνήμη < → δείτε τις λέξεις κρυφή και μνήμη < κρυφή γιατί δεν είναι διαχειρίσιμη (προσβάσιμη) από το πρόγραμμα και τον προγραμματιστή

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

κρυφή μνήμη θηλυκό, μόνο στον ενικό

  • (υλικό υπολογιστή) πολύ υψηλής ταχύτητας και μικρής χωρητικότητας, προσωρινή μνήμη, η οποία είναι ενσωματωμένη στην κεντρική μονάδα επεξεργασίας (CPU) και τροφοδοτείται με τμήματα δεδομένων και εντολών από την κεντρική μνήμη
    ※  Όταν ο επεξεργαστής ζητά πληροφορίες από τη μνήμη, η κρυφή μνήμη είναι η πρώτη που εξετάζεται για να διαπιστωθεί αν περιέχει αυτά τα δεδομένα (αυτό γίνεται γιατί είναι πολύ γρήγορη). Αν ναι, τα δεδομένα διαβάζονται από εκεί, διαφορετικά διαβάζονται από την κύρια μνήμη και δίνονται και στον επεξεργαστή αλλά και στην κρυφή μνήμη, για την περίπτωση που χρειαστούν στο κοντινό μέλλον.[1]
    ※  Στην πράξη, η διαφορά ταχύτητας μεταξύ των διάφορων τύπων DRAM δε συμβάλλει, σε σημαντικό βαθμό, στη μεταβολή της απόδοσης του συστήματος, αφού η κρυφή μνήμη ικανοποιεί τις περισσότερες αιτήσεις που γίνονται προς την κύρια μνήμη [2]

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία