κοψοχρονιάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κοψοχρονιάς < γενική ενικού του κοψοχρονιά [1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ko.pso.xɾoˈɲas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κο‐ψο‐χρο‐νιάς
Επίρρημα
επεξεργασίακοψοχρονιάς
- (λαϊκότροπο) σε εξαιρετικά μειωμένη —έως εξευτελιστική— τιμή
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία κοψοχρονιάς
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ κοψοχρονιάς - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας