Ετυμολογία

επεξεργασία
κουτουρού < (άμεσο δάνειο) τουρκική götürü (τυχαία, με το μάτι, χωρίς να υπολογίζω)

  Επίρρημα

επεξεργασία

κουτουρού

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • το συναντάμε κυρίως σαν: στα κουτουρού

  Μεταφράσεις

επεξεργασία