κουροσίβο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- κουροσίβο < (λόγιο δάνειο) αγγλική Kuro Siwo με προφορά [v] του ⟨w⟩ < ιαπωνική 黒潮 (kuroshio, μαύρη παλίρροια). Δείτε και τον αγγλικό τύπο Kuroshio. • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ku.ɾoˈsi.vo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κου‐ρο‐σί‐βο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κουροσίβο ουδέτερο άκλιτο
- (μετεωρολογία, ναυτικός όρος) ισχυρό θερμό θαλάσσιο ρεύμα που εντοπίζεται στον βορειοδυτικό Ειρηνικό Ωκεανό
- ※ Νίκος Καββαδίας, ποιητική συλλογή Πούσι (1947), πρώτοι στίχοι και τελευταία στροφή,
από την έκδοση: Μαραμπού και Πούσι, Αθήνα: Κέδρος 101976, σσ. 71 & 72
Γραμμένο, στα αγγλικά.- Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο,
δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια.
[…]
Η λαμαρίνα !.. η λαμαρίνα όλα τα σβήνει.
Μας έσφιξε το Kuro Siwo σα μια ζώνη
κ' εσύ κοιτάς ακόμη πάνω απ' το τιμόνι,
πώς παίζει ο μπούσουλας καρτίνι με καρτίνι.
- Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο,
- ※ Νίκος Καββαδίας, ποιητική συλλογή Πούσι (1947), πρώτοι στίχοι και τελευταία στροφή,
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία-
κουροσίβο στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- Kuroshio στο αγγλικό Βικιλεξικό