Ετυμολογία

επεξεργασία
κουρκουτιάζω < κουρκούτι + -ιάζω

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kur.kuˈtça.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κουρ‐κου‐τιά‐ζω

κουρκουτιάζω

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία