κοστούμι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | κοστούμι | τα | κοστούμια |
γενική | του | κοστουμιού | των | κοστουμιών |
αιτιατική | το | κοστούμι | τα | κοστούμια |
κλητική | κοστούμι | κοστούμια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |

Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κοστούμι ουδέτερο
- (ενδυμασία) σύνολο ρούχων από το ίδιο ύφασμα, που περιλαμβάνει παντελόνι ή φούστα, σακάκι και μερικές φορές γιλέκο
Άλλες μορφές
επεξεργασία(ενδυμασία) σύνολο ρούχων από το ίδιο ύφασμα, και την ίδια απόχρωση, που περιλαμβάνει παντελόνι, σακάκι και μερικές φορές γιλέκο