κοντόμυαλων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
κοντόμυαλων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του κοντόμυαλος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του κοντόμυαλος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κοντόμυαλος
κοντόμυαλων