Ετυμολογία

επεξεργασία
κλομπ < αγγλική club
 
αστυνομικός με κλομπ

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κλομπ και γκλομπ, ουδέτερο άκλιτο (πληθυντικός: κλομπ και κλομπς)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία