κλίνω το γόνυ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- κλίνω το γόνυ < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση
επεξεργασία
- γονατίζω σε ένδειξη τιμής
- (μεταφορικά) σέβομαι, εκφράζω σεβασμό
- (και ειρωνικά)