Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κλάζω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Σύνθετα
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κλάζω
<
καλέω
+
-ζω
ἀλλὰ κλάγξαντος ἄκουσαν. (Ομηρου Ιλιαδα, Ραψ. Κ, στ. 275)
Ρήμα
επεξεργασία
κλάζω
βγάζω
κλαγγή
(
για άνθρωπο
)
κραυγάζω
(
για σκύλο
)
γαβγίζω
(
για άψυχα
)
συρίζω
,
αντηχώ
ή
βουΐζω
Συγγενικά
επεξεργασία
κλαγγή
κλαγερός
κλαγκτός
Σύνθετα
επεξεργασία
ἀνακλάζω
ἀντικλάζω
ἀποκλάζω
ἐκκλάζω
ἐπικλάζω
περικλάζω
συγκλάζω
ὑποκλάζω