Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κατάγω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κατάγω
< (
ελληνιστική κοινή
)
κατάγω
<
κατά
+
αρχαία ελληνική
ἄγω
Ρήμα
επεξεργασία
κατάγω
επιφέρω
,
καταφέρω
κατάγω
κτύπημα
κατήγαγε
μεγάλη νίκη επί των αντιπάλων του
Δείτε επίσης
επεξεργασία
κατάγομαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κατάγω
γαλλικά
:
remporter
(fr)