καστόρινων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίακαστόρινων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του καστόρινος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του καστόρινος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του καστόρινος
καστόρινων