Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καλαΐζω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
καλαΐζω
<
καλάι
+
-ίζω
<
τουρκική
kalay
<
αραβική
قلعى
(
kalai
,
κασσίτερος
)
Ρήμα
επεξεργασία
καλαΐζω
κασσιτερώνω
,
επικασσιτερώνω
,
γανώνω
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
καλάι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καλαΐζω
→
δείτε
τη λέξη
κασσιτερώνω